Νέα

«Τα Δαιμόνια στο ρέμα» των σχολείων μας

Με το άνοιγμα των σχολείων

«Τα Δαιμόνια στο ρέμα» των σχολείων μας

Ἡ  Παιδεία μας εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστό, ὅτι ἀντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, τά ὁποῖα ἀπαιτοῦν ἄμεση λύση. Καί δέν χρειάζεται κάποιος νά εἶναι μέσα στά πράγματα, νά ἀνήκει δηλαδή στήν ἐκπαιδευτική κοινότητα, γιά νά ἀντιληφθεῖ ὅτι κάτι δέν πηγαίνει καλά στό χῶρο τῆς Παιδείας. Καί μόνο οἱ ἐσπευσμένες ἐνέργειες τῶν ἑκάστοτε ὑπευθύνων της Πολιτείας γιά ἐκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις μαρτυροῦν τήν ὕπαρξη τοῦ προβλήματος. Ἐάν ὅλα ἔβαιναν καλῶς δέν θά ὑπῆρχε τόση βιασύνη.

Ἀλλά μήπως μόνο οἱ ἀλλεπάλληλες ἐκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις μαρτυροῦν τήν προβληματικότητα τῆς Παιδείας μας; Πρόβλημα δέν δείχνουν ἡ συνεχής κατάπτωση συνολικά τῆς σχολικῆς ἀπόδοσης  τῶν μαθητῶν μας σέ δύο βασικά μαθήματα, τήν κατανόηση τῶν κειμένων καί τά μαθηματικά; Αὐτό δέν ἀποδεικνύουν ἡ πτώση τῶν βάσεων στίς εἰσαγωγικές ἐξετάσεις καί ἡ ἐπικίνδυνη ἐλαχιστοποίηση τοῦ εἰσαγωγικοῦ βαθμοῦ σέ ἀρκετές σχολές τῆς τριτοβάθμιας ἐκπαίδευσης; Τί συνέβη, ἐρωτᾶ κάποιος μέ ἀνησυχία, μέ αὐτό πού ὀνομάζουμε εὐφυία καί διανοητική ἱκανότητα;

Ἀλλά νά πού στίς ἡμέρες μας ἦλθε ἀπρόσμενα νά προστεθεῖ καί ἕνα ἄλλο πρόβλημα στά προβλήματα τῆς Παιδείας μας, πιό ἀνησυχητικό καί ἀπό τήν παραπαιδεία, πού ὀργιάζει πρός … δόξαν τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος, καί ἀπό τήν σημειούμενη κάθε χρόνο κατάπτωση τῶν μαθητῶν σέ πεδία γνωστικά. Πιό ἀνησυχητικό; Μάλιστα!

Καί αὐτό τό καινούργιο πρόβλημα, πού μᾶς στενοχωρεῖ ἀφάνταστα, εἶναι καθαρά ἠθικῆς φύσεως θέμα καί λέγεται στήν γλῶσσα μας σχολικός ἐκφοβισμός. Βέβαια, ἀφοῦ κάτ οὐσίαν πάντοτε ὁ ἄνθρωπος καί ἑπομένως καί αὐτός ὁ μαθητής, ἦταν ὁ ἴδιος, σέ κάθε ἐποχή, τό πρόβλημα αὐτό ἀνέκαθεν ὑπῆρχε. Ποτέ ὅμως μέ τέτοια τρομερή ἔνταση καί ποτέ σέ τόσο μεγάλη ἔκταση. Θά λέγαμε παγκόσμια! Καί ἀκόμη, τό χειρότερο, ἄς προσθέσουμε μέ θλίψη, μέ τέτοια τραγικά, αἱματηρά, ἀξιοθρήνητα ἀποτελέσματα.

Πῶς ἀναλύεται τό σχολικό αὐτό πρόβλημα μέ τίς παγκόσμιες δραματικές διαστάσεις; Ὁρίστε. Μερικά παιδιά, μαθητές, συμβαίνει νά εἶναι ἐκτάκτως καί ἀδικαιολόγητα ἐπιθετικά στούς συνομήλικους των. Καί γιά ποιό λόγο; Ἀπό τόν χαρακτήρα, ἀπό ψυχική σύνθεση; Γεννήθηκαν μέ  περισσή κακότητα γιά τόν ἄλλον; Ἔχουν διαταραγμένο, ἄρρωστο, ψυχικό κόσμο, μέ ποικίλα σατανικά ἀποθηκευμένα διαβολικά συμπλέγματα κατωτερότητας, γιά παράδειγμα; Ἔχουν ἀνατραφεῖ σέ τέτοιο περιβάλλον οἰκογενειακό, ὅπου μέ τίς κατάλληλες ἐκεῖ μέσα  συνθῆκες τοῦ ἐσπάρησαν, φύτρωσαν, ρίζωσαν, μεγάλωσαν γιά τό κακό τῶν ἄλλων τέτοια ἀπάνθρωπα καί ἀντικοινωνικά αἰσθήματα; Ἔχουν τόση αἴσθηση κατωτερότητας, τέτοια πραγματική ἀδυναμία πνεύματος, διανοητικότητας, ἀντίληψης, μάθησης, ὥστε θέλοντας νά ξεφύγουν ἀπό τόν κύκλο τῆς ἀνικανότητας των, καταφεύγουν στή σωματική των δύναμη (ἄν τύχει νά διαθέτουν) καί προσπαθοῦν νά ἐπιβιώσουν στό περιβάλλον τους προβάλλοντας ὅ,τι ἔχουν πιό πρόχειρο, δηλαδή τή δύναμη τοῦ σώματος;

Αὐτά ἄς τά ἐρευνήσουν προσεκτικά οἱ εἰδικοί παιδοψυχολόγοι. Ἐμεῖς, γιά τήν ἱστορία τοῦ φαινομένου αὐτοῦ, ἄς προσθέσουμε, ὅτι αὐτή ἡ παιδική καί νεανική καί μαθητική βία καί ὁ ἐκφοβισμός ἀνέκαθεν ἐμφανίζονταν σάν παράσιτα δηλητηριώδη στίς αὐλές τῶν σχολείων ἤ καί ἔξω ἀπό αὐτές. Παιδιά εὐαίσθητα περισσότερο τοῦ δέοντος, ἐσωστρεφῆ, ντροπαλά, μέ πραότητα ἔμφυτη, μέ εὐγένεια καί ὑποχωρητικότητα, δέχονταν μερικῶν συνομηλίκων των τή φραστική ἐνόχληση, τήν κοροιδία, τήν χλεύη, (ἐάν τυχόν ἐκ φύσεως εἶχαν κληρονομήσει καί κάποιο σωματικό ἐλάττωμα) ἤ καί τή βία τή σωματική ἀπό τά πιό ἄτακτα καί κακομαθημένα παιδιά. Ὁ πόνος καί ἐδῶ της ψυχῆς ἦταν μεγαλύτερος καί πιό δριμύς ἀπό τοῦ σώματος. Παρόμοια θλιβερά αἰσθήματα δέν ἐνίωσε καί ὁ ἀείμνηστος Παπαδιαμάντης, ὁ ἅγιος τῶν γραμμάτων μας, ὁ πρύτανις τοῦ διηγήματος; Ἄς θυμηθοῦμε τί ἔγραφε στό διήγημά του «δαιμόνια στό ρέμα» γιά τή σκληρή συμπεριφορά τῶν συνομηλίκων του ἐπάνω του, γιά τόν ἐπαίσχυντο σχολικό ἐκφοβισμό τοῦ αἰώνα μας στήν ἐποχή του καί στόν ἴδιο:

«Τάλλα παιδιά, ὅσον σέβας καί φόβον ἐδείκνυον ἐπί παρουσία τῶν πρεσβυτέρων μελῶν τῆς οἰκογενείας μου, ὅλον τό ἐξέσπων εἰς φθόνον καί ἐπιβουλήν κάτ’ ἐμοῦ… Τά παιδιά, ἡ ἀσυμπαθής καί ἄστοργος συντροφιά μου, κατέβαινον, ἔτρεχον, ἐχάνοντο· ἐκυλίοντο, οἰονεί, τόν κατήφορον, κι’ ἐκυνηγοῦσαν τά καβούρια, μέσα εἰς τούς διαφόρους λάκκους τοῦ νεροῦ. Ἔτρεχα, ἐπλανώμην κι’ ἐγώ κατόπιν των. Ἔψαχνα νά εὕρω καβούρια… Καθώς μ’ ἐδάγκαναν τά καβούρια, οὕτω μέ ὠνείδιζαν καί τά παιδιά. Δύο ἤ τρία ἐξ αὐτῶν, ἄνευ αἰτίας, ἤρχισαν νά μέ «ἀναγορεύουν»*, ὅπως λέγουν εἰς τήν γλῶσσαν των, νά μέ προσφωνοῦν δηλαδή μέ ὑβριστικά ἐπίθετα. Ἐγώ ἤρχισα νά κλαίω.. Δύο ἐξ αὐτῶν ἦσαν περίπου συνομήλικά μου. Ἄλλοι τρεῖς ἤ τέσσαρες ἦσαν ἀπό δώδεκα ἕως δεκατεσσάρων ἐτῶν. Ἦσαν δέ, ὅσον ἠμποροῦσα νά ἐκτιμήσω, πανοῦργοι, παμπόνηροι… Ἐθόλωναν τά νερά, ἐστραβοπατοῦσαν, ἔφευγον τρέχοντα. Ὠμοίαζον πολύ μέ τοῦ ρεύματος τά καβούρια.. Ἔτρεχον ἐγώ ἀπηλπισμένος κατόπιν των.

―Καρτερεῖτε κι’ ἐμέ!

Τοῦ κάκου. Ἔτρεχαν, ἔτρεχαν. Δέν ἠμποροῦσα νά τούς φθάσω. Ἔκλαιον εἰς μάτην.

―Εσύ δέν εἶσαι γιά νά πιάνης καβούρια· εἶσαι γιά νά τρῶς χαράμια!

―Εἶσαι γιά τυφλοψώμια!

Ὠνόμαζαν οὕτω τά πρόσφορα, τούς ἄρτους τούς προσφερομένους εἰς τούς ναούς. Μέ ἐμίσουν διότι ἤμην παπαδοπαίδι. Ἐκεῖνοι ἦσαν τέκνα ναυτικῶν, πορθμέων, ναυπηγῶν, γεωργῶν. Οἱ πατέρες ἐθαλασσοπνίγοντο ἤ ἵδρωναν πολύ γιά νά βγάλουν τό ψωμί, καί οἱ υἱοί τό εἶχον διά καύχημα. Καί διά τοῦτο ἐμέ μ’ ἐπεριφρονοῦσαν…».

Ἄπ ὅ,τι, λοιπόν, μᾶς ἀφηγήθηκε ὁ Παπαδιαμάντης, στόν παιδικό, νεανικό, σχολικό ἐκφοβισμό κάποιο κίνητρο μυστικό, κάποια κρυφή αἰτία ὑπάρχει ὡς κινητήρια σατανική δύναμή του. Ἐκεῖνον τόν μισοῦσαν τά ἄλλα παιδιά, τά ἄστοργα καί δαιμονιώδη, κατά τόν ἴδιον, λόγω κοινωνικῆς θέσεως. Οἱ σημερινοί δαίμονες τῶν σχολείων μας κατατρέχουν ἄλλα παιδιά, διότι ὑστεροῦν κατά πολύ καί στό ἦθος καί στήν εὐφυία καί στή σχολική ἀπόδοση. Καί ἔτσι καταφεύγουν στήν πιό πρωτόγονη καί βάρβαρη καί πρόχειρη ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος τῆς κατωτερότητάς των. Μερικοί ψυχολόγοι σήμερα παρατηροῦν ὅτι τά παιδιά αὐτά εἶναι στόν μέγιστο βαθμό ἀνασφαλῆ.

 Καί δέν εἶναι μόνο ὅτι ὅσα παιδιά μετέρχονται τέτοιες μεθόδους γιά νά λύσουν τά πιεστικά ψυχολογικά των προβλήματα ὅτι διαπράττουν σοβαρό χριστιανικό ἠθικό ὀλίσθημα. Καί τοῦτο, διότι σαφῶς διακηρύσσει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι οἱ «λοίδοροι», ὅσοι εὔκολα λοιδοροῦν τούς ἄλλους, τούς κτυποῦν μέ ὕβρεις καί λόγια προσβλητικά, μόνο χριστιανοί δέν μποροῦν νά λογισθοῦν, ἀφοῦ «…λοίδοροι… βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν» (Α΄Κορ. 6,10). Τόση δέ ἀπαξίωση ἔχει γιά τόν Θεό ὁ λοίδορος, ὁ εἴρωνας καί «ἐξυπνάκιας», ὥστε ὁ Ἀπόστολος ἐξ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ  νά  ἀπαγορεύει τήν συναναστροφή μαζί του. «…μή συναναμίγνυσθαι  ἐάν τίς ἀδελφός ὀνομαζόμενος ἦ … λοίδορος… τῷ τοιούτω μηδέ συνεσθίειν» (Α΄Κορ. 5,11).

Μάλιστα μέ τέτοιον ἄνθρωπο, συνιστᾶ ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ τούς χριστιανούς, οὔτε παρέα νά τόν κάμετε, οὔτε νά τρῶτε μαζί του. Δέν ἀξίζει… Καί δέν ἀξίζει οἱ ὀπαδοί τοῦ σχολικοῦ ἐκφοβισμοῦ νά ἀνήκουν στούς χριστιανούς. Τό ἀποδεικνύουν τά ἀποτελέσματα τοῦ ἄθλιου ἔργου των, τοῦ διαβολικοῦ. Ὁ πόνος πού προκαλοῦν δέν περιγράφεται. Ἡ πληγή τῆς ψυχῆς εἶναι περισσότερο ὀδυνηρή ἀπό τήν πληγή τοῦ σώματος. Καί τί εἴδαμε σέ κάποιες περιπτώσεις ἀπό τή δράση τῶν σχολικῶν «δαιμονίων»; Εἴδαμε καί θάνατο! Μερικά ὑπερευαίσθητα παιδιά ἀπαυδισμένα, ἀπελπισμένα, ἀπό τή συμπεριφορά τήν ἀπαξιωτική τῶν συμμαθητῶν των προτίμησαν – κακῶς βέβαια, κάκιστα! – νά θέσουν τέρμα στήν πονεμένη ζωή των.

Γονεῖς, ἐκπαιδευτικοί εὐσυνείδητοι, παιδιά τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, βοηθεῖστε νά διώξουμε τά δαιμόνια ἀπό τό ρέμα τῶν σχολείων μας. Προφυλάξετε μέ τήν ἀσπίδα τῆς στοργῆς τά εὐαίσθητα καί ἀδύνατα παιδιά ἀπό τή βία τῶν νεοβαρβάρων τῶν σχολείων μας. Ἄς μήν ξανακουσθεῖ στήν πατρίδα μας τέτοιο κροῦσμα αὐτοχειρίας γιά μερικά κακομαθημένα, ἀνασφαλῆ καί ἀνάγωγα παιδιά.

Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως κ. Χρυσοστόμου