Νέα

“Όσιος Καλλίνικος, Ο Μητροπολίτης Εδέσσης” Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως Χρυσοστόμου

(Ἀμύνταιο. Ἡ πρώτη γνωριμία. Ἡ καταπληκτική του προσήνεια.

Ἡ Ἀρχιερωσύνη ὡς κοσμικό ἀξίωμα. Ἡ Μαρτυρία τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου. Τό θαυμαστό του κατόρθωμα.)

Μεταξύ αὐτῶν πού αἰσθάνθηκαν συγκίνηση καί χαρά στό πρίν λίγο καιρό ἄκουσμα τῆς ἁγιοκατάταξης τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολίτου Ἐδέσσης Καλλινίκου (1967-1984) συγκαταλέγεται καί ὁ ὑποφαινόμενος. Ἡ γνωριμία μέ τόν ἀείμνηστο ἐπίσκοπο ἔγινε ὅταν ὑπηρετοῦσα ὡς Ἱεροκῆρυξ στό Ἀμύνταιο Φλωρίνης. Μία μικρή, ἥσυχη και συμπαθητική πόλη, ἡ ὁποία δέν ἀπεῖχε πολύ ἀπό τήν Ἔδεσσα. Ὁ σιδηρόδρομος μάλιστα, πού τήν διέσχιζε, βοηθοῦσε τήν ἄνετη ἐπικοινωνία μεταξύ τους. Ἔτσι γρήγορα συνδέθηκα μαζί του. Σέ τοῦτο δέν συνέβαλε μόνο τό τραῖνο, ἡ εὐκολία τῆς συγκοινωνίας, ἀλλά κυρίως ἡ καταπληκτική ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς γνωριμίας μας, προσήνεια καί καλοσύνη τοῦ ἁγίου ἀνδρός. Βοήθησε ἀκόμη καί ἡ παρουσία στήν ὡραία καί δροσερή πόλη τοῦ ἀγαπητοῦ καί συνομίληκος συναδέλφου στή διακονία τοῦ ἄμβωνος πατρός Ἰωήλ, σήμερα ἄξιου Μητροπολίτου Ἐδέσσης. Ἡ γνωριμία μέ τόν ἀγαπητό ἀδελφό εἶχε ἀρχίσει ἀπό τά φοιτητικά μας χρόνια καί συνεχίσθηκε αὐξανόμενη, ὅταν καί οἱ δύο, μακριά ἀπό τό γαλανό νησί τοῦ Αἰγαίου ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος ἀπό τό κλεινόν ἄστυ, διακονούσαμε ὁλόψυχα στήν ἀγαπημένη μας Μακεδονία. Μέσω τοῦ φίλου ἀδελφοῦ ἦλθα πιό κοντά στόν Ἅγιό μας. Καί τότε ὁ λεπτοκαμωμένος ἐκεῖνος Ἱεράρχης, μέ τό αἰώνιο μειδίαμα στή συμπαθητική ὄψη, μᾶς δέχθηκε κοντά του. Κοντά στήν ἀνεξάντλητη καί συγκινητική πατρική ἀγάπη καί στοργή του.

Ἡ μοναδική καί ἀνεπιτήδευτη προσήνεια τοῦ Ἁγίου μᾶς ἔδωσε τό δικαίωμα καί τήν ἄνεση κάθε φορά πού κάποιο πρόβλημα ἀναφυόταν ἀπρόσμενο στή πρώϊμη ἀκόμη κηρυκτική καί ποιμαντική διακονία μας, να ἐρχόμαστε μέ τή συνοδεία κάποιου φιλικοῦ προσώπου μέ τό τραῖνο στή φιλόξενη Μητρόπολη τῆς Ἐδέσσης. Ἀκούραστος πάντοτε ὁ ὅσιος Καλλίνικος, ἄν καί ἐπίσκοπος ἀπέραντης Μητροπόλεως, χωρίς τό παραμικρό ἴχνος δυσαρέσκειας, μᾶς ἄκουγε διόλου πατερναλιστικά, μᾶλλον σάν μεγαλύτερος ἀδελφός καί ἔδιωχνε ἀμέσως τό σκοτάδι καί τή θλίψη πού σκίαζε και βάραινε τή νεανική ψυχή τό ξαφνικό πρόβλημα. Καί δέν ἦσαν λίγα τήν ἐποχή ἐκείνη!

Καί ὅ,τι ἔκαμε ὁ ἀείμνηστος Ἱεράρχης δέν τό ἔκαμε ἀπό «συγκατάβαση», ἀφ’ ὑψηλοῦ, στήν ἀδυναμία καί τήν ἀπειρία ἑνός νέου Κληρικοῦ. Τό γνήσιο πατρικό ἐνδιαφέρον του ἦταν ὁλοφάνερο καί πειστικότατο. Καί ἄς ἀντιμετώπιζε καθημε- ρινά ὄχι λίγα προβλήματα, μερικά σοβαρά, ἀκανθώδη. Εὐχαρίστως τά παραμέριζε καί μέ προσοχή, ἀτάραχα καί μέ ὑπομονή ἄκουγε τό δικό σου πρόβλημα. Σπάνιο ἠθικό φαινόμενο, ἔνδειξη σίγουρα βαθειά καλλιεργημένης ψυχῆς.

Αὐτή ἡ φιλάδελφη ἐκτίμηση τοῦ καλοῦ «Δεσπότη» ἔφερε τόν ὑποφαινόμενο ἀρκετές φορές στή πόλη τῶν νερῶν. Τόν ἔφερε ἀκόμη τιμητικά καί ὡς ὁμιλητή σέ ἑσπερινά κηρύγματα μέσα στήν ὡραία πόλη. Ὡς τακτικό ἐπίσης κήρυκα τοῦ θείου Λόγου στήν ἑορτάζουσα Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος στά κράσπεδα τῆς Ἔδεσσας, τή Δευτέρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Παρά τήν δικαιολογημένη ἔνστασή μας «Σεβασμιώτατε, σήμερα ἤλθαμε μαζί μέ τούς γονεῖς γιά νά ἀκούσουμε ἐσᾶς…». Ὄχι ἐπέμεινε ὁ χρυσοστόλιστος, λεπτός ἐκεῖνος Ἱεράρχης μέ τό γλυκό μειδίαμα καί τό πρακτικό πνεῦμα. «Αὐτό τό κήρυγμα πού ἔκαμες χθές αὐτό νά κάμεις καί σήμερα…».

Αὐτή ἡ «συγκαταβατικότητα» (σύμφωνα μέ τήν κοινή ἀντίληψη) τοῦ νεοφα- νοῦς Ὁσίου τῆς Ἔδεσσας εἶχε μία μοναδική φυσικότητα καί ἔκφραση συγκινητική. Πάντοτε ἔφερε στή σκέψη μας ἐκεῖνο τό σχόλιο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στήν προτροπή τοῦ Ἀποστόλου πρός τόν Τιμόθεο «οἴνω ὀλίγω χρῶ διά τόν στόμαχόν σου καί τάς πυκνάς σου ἀσθενείας» (Α΄ Τιμ.5,23). Ὁ κλεινός Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί δεινός ἑρμηνευτής τῆς Ἁγίας Γραφῆς θαύμαζε τόν οὐρανοβάμονα Ἀπόστολο στό πῶς καί σέ παραμικρά, φαινομενικά ἀσήμαντα θέματα, ἐκδήλωνε τό πατρικό του ἐνδιαφέρον. («Τί γάρ ἐκείνου φιλοστοργότερον γέγονεν, ὃς ἐκ τοσούτου διαστήματος ὢν καί τοσούτοις κυκλούμενος πράγμασιν, ὑπέρ τῆς ὑγείας τοῦ στομάχου τοῦ μαθητοῦ τοσαύτην ἐποιεῖτο πρόνοιαν, καί μετά ἀκριβείας ἐπέστελλεν ὑπέρ τῆς τοῦ νοσήματος διορθώσεως;» (MIGNE P.G.49,19). Αὐτή ἡ λεπτομέρεια ἀπό τή γενικά ὑπερθαύμα στη δράση τοῦ Ἀποστόλου αὐξάνει κατά πολύ, σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, τό ἠθικό μεγαλεῖο του.

Αὐτό κατάπληκτος παρατηροῦσα καί στόν Ἅγιό μας. Ὅταν κάποτε εἶδε ὅτι τό ἐπανωκαλύμμαυχό μου ἦταν κάπως κακότεχνο παράγγειλε καινούργιο, καλοραμένο ἀπό ἀξιόλογο ἱεροραφεῖο τῶν Ἀθηνῶν. Καί ὅταν πλησίαζε ὁ δριμύς χειμώνας τῆς Φλώρινας μοῦ ἔδωσε τή διεύθυνση νά παραγγείλω σέ γνωστό του κατάστημα στή Θεσσαλονίκη κατάλληλα ὑποδήματα μέ ἐπένδυση γούνας. Δέν ἀνῆκα στήν παράταξη τοῦ δικοῦ του Κλήρου καί ὅμως ἡ ἀγάπη του στό πρόσωπό μου δέν ὑπῆρξε διαφορετική. Δέν ξεχνῶ ἀκόμη, ὅτι ἕνα βράδυ ὁ ἴδιος μοῦ τηλεφώνησε γιά νά μέ πληροφορήσει γιά κάποιο γεγονός, πού συνέβη μέσα στή Σύνοδο τόν καιρό ἐκεῖνο καί μέ ἀφοροῦσε. Φαίνεται ὅτι ὁ μακάριος ἦταν τότε Συνοδικός ἱεράρχης. Ἕνα γεγονός πού τό ἐξέλαβε ὡς λίαν τιμητικό γιά τόν συνομιλητή του, ἀφοῦ παρών ἦταν καί ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ. Εὐλογημένη, ἀλησμόνητη ψυχή! Ἡ εὐγένεια καί ἡ διακριτικότητά του δέν τόν ἄφηναν νά προχωρήσει σέ πολύ προσωπικά ζητήματα. Καί ἐπενέβαινε ἔμμεσα. Θυμοῦμαι τόν ἀποφθεγματικό του λόγο στό τέλος τῆς νυκτερινῆς τηλεφωνικῆς ἐπικοινωνίας μας. «Τό ἀ- ξίωμα τοῦ ἐπισκόπου εἶναι αἰγλῆεν»!

Ἐν τούτοις ἡ αἴγλη, ἡ λάμψη τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος, δέν ἐξαφάνισε τήν ἄλλη, ἀφανῆ αἴγλη τῆς ψυχῆς του. Καί ἐδῶ εἶναι τό θαυμαστόν στήν περί- πτωση τοῦ Ὁσίου της Ἔδεσσας. Ὁ κανόνας πήρε ἄλλη τροπή. Ἐξαίρεση μοναδική! Ἡ ἠθική του αἴγλη κάλυψε τήν αἴγλη τοῦ ἀξιώματος! Κάτι ἀσφαλῶς πολύ δυσχερές. Μᾶλλον δυσχερέστατο! Ἤδη ἀπό αὐτήν τήν Ἀποστολική ἐποχή, τήν ἐποχή τῆς καταπληκτικῆς ἁπλότητας καί τῆς ἁγνότητας τῶν ἠθῶν, τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα, ἔγινε αὐτόχρημα πρᾶγμα ἑλκυ- στικό, πολύ ἐπιθυμητό. Ἐπιθυμητό ἀσφαλῶς καί περιπόθητο ὄχι φυσικά ἐξ αἰτίας τῶν κόπων καί τῶν θυσιῶν, πού συνεπαγόταν, ἀλλά ἐξ αἰτίας τῆς περίοπτης θέσεώς του μέσα στήν ἐκκλησιαστική κοινότητα. Προειδοποιοῦσε ὅμως προληπτικά ὁ Ἀπόστολος: «εἴ τις ἐπισκοπῆς ὀρέγεται καλοῦ ἔργου ἐπιθυμεῖ…» (Α ́ Τιμ. 3,1).

Τέτοια μάλιστα «ἀνθρώπινα» ἀτοπήματα, μικρότητες καί «φιλοδοξίες» ἀκόμη καί σ’ αὐτήν τήν μαρτυρική ἐποχή δέν μᾶς θυμίζει ὁ «φιλοπρωτεύων» Διοτρεφής, πού ἀναφέρει στήν Τρίτη Καθολική Ἐπιστολή του ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης; «ἔγραψατῆ ἐκκλησία ἀλλ’ ὁ φιλοπρωτεύων αὐτῶν Διοτρεφής οὐκ ἐπιδέχεται ἡμᾶς. διά τοῦτο ἐάν ἔλθω ὑπομνήσω αὐτοῦ τά ἔργα ἅ ποιεῖ λόγοις πονηροῖς φλυαρῶν ἡμᾶς καί μή ἀρκούμενος ἐπί τούτοις, οὔτε αὐτός ἐπιδέχεται τούς ἀδελφούς καί τούς βουλομένους κωλύει καί ἐκ τῆς ἐκκλησίας ἐκβάλλει» (9- 10).

Αὐτήν τήν «ἀναπόφευκτη», μοιραία σχεδόν σύνδεση τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος μέ τήν ἔπαρση τονίζει ἀκόμη πιό ἐμφαντικά ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ὑπόδειγμα αἰώνιο χριστιανοῦ ἐπισκόπου, ἀλλά καί πολλά δεινοπαθήσαντος ἀπό το ἀξίωμά του. Πρῶτον καταγράφει, τολμηρά κάπως, τόν ἀπαισιόδοξο λογισμό του γιά το μέλλον τῆς σωτηρίας τῶν ἱερωμένων. Πόσο λίγοι θά σωθοῦν ἀπό τούς Κληρικούς! («Οὐκ οἶμαι εἶναι πολλούς ἐν τοῖς ἱερεῦσι τούς σωζομένους, αλλά πολλῶ πλείους τούς ἀπολλυμένους· τό δέ αἴτιον, ὅτι μεγάλης τό πρᾶγμα δεῖται ψυχῆς» (MIGNE P G 60, 39).

Ὅταν, δεύτερον, μέσα στό καμίνι τῶν θλίψεών του στή Κωνσταντινούπολη, ὁμολογεῖ, ὅτι οἱ περισσότεροι τῶν ἐπισκόπων ἀναλαμβάνουν τό ἀξίωμα αὐτό ὄχι γιά τή διακονία τῶν ἀδελφῶν, ἀλλά γιά τά ὑλικά πλεονεκτήματα, πού τό συνοδεύουν. Ἡ Ἀρχιερωσύνη ἤδη τόν τέταρτο αἰώνα εἶχε γίνει πρᾶγμα «περιμάχητον»! Ἀξιοζήλευτο, περιζήτητο, ἀνταγωνιστικό! «Ὥστε, εἴ τις ὡς ἐπί προστασίαν ἔτρεχε τήν ἀρχιερωσύνην, οὐδείς ἂν αὐτήν ἐδέξατο ταχέως. Νῦν δέ, ὥσπερ τάς ἔξωθεν ἀρχάς, οὕτω καί ταύτην διώκομεν. Ἵνα γάρ δοξασθῶμεν, ἵνα τιμηθῶμεν παρά ἀνθρώποις, ἀπολλύμεθα παρά τῷ Θεῷ. Ἀλλ’ εἴπω, τίνος ἕνεκεν περιμάχητον τό πρᾶγμα γέγονεν· ὅτι οὐχ ὡς ἐπί ἀρχήν, καί προστασίαν ἀδελφῶν ἐρχόμεθα, ἀλλ’ ὡς ἐπί τιμήν καί ἀνάπαυσιν» (ΜIGNE, PG 60, 38.40).

Προπάντων ὅταν ἐκμυστηρεύεται στή διακόνισσα καί πιστή του μαθήτρια Ὀλυμπιάδα τόν πόνο τῆς ψυχής του, τό προσωπικό του δρᾶμα, λίγο πρίν τό μαρτυρικό του τέλος. «οὐδένα γάρ δέδοικα ὡς τούς ἐπισκόπους πλήν ὀλίγων…» (Ἐπιστολή 9η). Ἐδῶ φρονοῦμε ταπεινά, ὅτι βρίσκεται κυρίως τό ἀνυπέρβλητο ἠθικό μεγαλεῖο τοῦ νέου Ὁσίου της Ἐδέσσης. Ὁ Ἅγιος αὐτός Ἀρχιερεύς δέν ἐπρώτευσε οὔτε στό λειτουργικό, οὔτε στό κοινωνικό, οὔτε στό θεολογικό καί συγγραφικό τομέα. Ἄλλοι στίς ἡμέρες του Ἱεράρχες ἀναδείχθηκαν πολύ ἀνώτεροί του σ’αὐτούς τούς τομεῖς. Διέπρεψε ὅμως και διέλαμψε σ’ αὐτό τό τόσο λεπτό, ἀλλά καί τόσο ἀκανθῶδες καί δυσκατόρθωτο σημεῖο τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἀξιώματος. Στή θριαμβευτική «Χάριτι Θεοῦ» ὑπέρβαση τῆς ἔπαρσης, τῆς οἴησης μέ τά ὁποῖα συνδέεται κατά τό πλεῖστον τό «αἰγλῆεν» κατά τή δική του ἔκφραση ἐπισκοπικό ἀξίωμα. Δέν ἄγγιξε τή ψυχή του καί τό ἦθος του ἡ ἀρχιερατική δόξα. Μέγα κατόρθωμα! Παρέμεινε ἁπλός καί ταπεινός, «ἐπιεικής τε καί μέτριος», μέ μοναδική, ἀπροσποίητη, εἰλικρινῆ προσήνεια καί ἀγάπη. Πάτησε γενναῖα καί νίκησε τό φοβερό θηρίο, πού καραδοκεῖ ἀπειλητικά τίνα καταπίη στίς ἀρχιερατικές αὐλές. Ἔμεινε καθαρός, ἄφθιτος ὁ χρυσός τῆς ψυχικῆς του ποιότητας. Διαμάντι λαμπρό, πού θά φωτίζει στό διηνεκές τό δρόμο τῶν ὁμότεχνων ἀδελφῶν του, ἐκείνων πού θα ἑλκύονται καί θά χαίρονται μέ τήν αἰώνια λάμψη τῆς ψυχῆς, παρά μέ τήν πρόσκαιρη καί ἀπατηλή λαμπηδόνα τῆς ἀρχιερατικῆς μίτρας.