Νέα

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος κατά τῆς ἐνδοοικογενειακῆς βίας

«…καί πρός ἐσᾶς δέ τούς ἄνδρες  σᾶς λέγω τοῦτο»: νά μή βρεθεῖτε ποτέ στή θέση νά χτυπήσετε τήν γυναίκα. Καί τί λέγω γυναίκα; ἐδῶ δέν ἐπιτρέπεται ἕνας καθώς πρέπει κύριος οὔτε ὑπηρέτρια νά χτυπήσει, νά σηκώσει χέρι ἐπάνω της. Ἐάν, λοιπόν, εἶναι μεγάλη ντροπή νά χτυπήσει ὑπηρέτρια, πιό μεγάλη ντροπή εἶναι νά σηκώσει χέρι ἐπάνω στή γυναίκα του. Καί μάλιστα τοῦτο μπορεῖ κάποιος νά τό βεβαιώσει ἀπό τή νομοθεσία τῶν εἰδωλολατρῶν, ἡ ὁποία δίνει τό δικαίωμα στή γυναίκα πού χτυπήθηκε νά ἐγκαταλείψει τόν ἄνδρα της, ἐπειδή θεωρεῖται ἀνάξιος νά ζεῖ μαζί της. Ἀλήθεια ὑπάρχει  χειρότερο πρᾶγμα, τήν ἰσόβια σύντροφον σου, ἐκείνην μέ τήν ὁποίαν μοιράζεται μαζί σου τά πάντα, τά καθημερινά ἀλλά καί ἀκόμη ἀνώτερα,  νά τήν προσβάλεις σάν ζῶο;

Ἔτσι τόν ἄνδρα αὐτόν, ἄν φυσικά μποροῦμε νά τόν ποῦμε ἄνδρα καί ὄχι θηρίο, ἐγώ θά τόν ὀνόμαζα φονιά, πατροκτόνο καί μητροκτόνο. Διότι ἐάν ἔχουμε ἐντολή ἀπό τόν Θεόν γι’ αὐτήν τήν γυναίκα, τή σύζυγο, νά ἐγκαταλείπουμε καί πατέρα καί μητέρα[1], χωρίς νά τούς ἀδικοῦμε, ἀπεναντίας ἐκτελώντας θεική ἐντολή, ἀφοῦ μάλιστα τοῦτο τυχαίνει νἆναι τόσο εὐχάριστο σ’ αὐτούς πού μᾶς γέννησαν καί νά μᾶς χρωστοῦν καί χάρη καθώς δείχνουν τέτοιο ἐνδιαφέρον ὥστε νά ἐπιτύχει (τό προξενειό, ὁ γάμος), πῶς λοιπόν δέν εἶναι ἡ μεγαλύτερη τρέλα νά βρίζουμε αὐτή, γιά τήν ὁποία διέταξε ὁ Ἴδιος ὁ Θεός νά ἐγκαταλείψουμε αὐτούς πού μᾶς γέννησαν;

Ἑπομένως αὐτό τό πρᾶγμα εἶναι ἤ δέν εἶναι καθαρή παραφροσύνη καί τρέλα; Πές μου, ποιός μπορεῖ νά ὑποφέρει αὐτήν τήν ντροπή; Ποιός λόγος θά μπορέσει νά τήν παραστήσει, ὅταν μέσα στά στενά ἀκούγονται θρῆνοι καί γυναικεῖες σπαρακτικές φωνές καί ἀντηχεῖ ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στό σπίτι, ὅπου διαπράττονται αὐτές οἱ βαρβαρότητες καί τά ἀκοῦν οἱ γείτονες καί οἱ περαστικοί, σάν κάποιο θηρίο νά κατασπαράσσει τά θύματα του; Καλύτερα νά ἀνοίξει ἡ γῆ καί νά καταπιεῖ αὐτόν τόν ἄνδρα πού διαπράττει αὐτές τίς τρέλες, παρά νά ξαναεμφανισθεῖ στήν ἀγορά.

Ἀλλά σοῦ λέγει ὁ ἄνδρας: Ἡ γυναίκα ἔχει θράσος, εἶναι αὐθάδης. Ναί ἀλλά σκέψου, εἶναι γυναίκα, εἶναι τό ἀσθενές σκεῦος (φύλο), ἐνῶ ἐσύ εἶσαι ὁ ἄνδρας. Γι’ αὐτό καί θεωρεῖσαι ὁ κύριος, καί βρίσκεσαι στή θέση τῆς κεφαλῆς, ἀκριβῶς γιά νά ὑποφέρεις τήν ἀδυναμία τοῦ μικρότερου. Ἑπομένως δεῖξε στ’ ἀλήθεια τήν ὑπεροχήν σου. Καί θά δείξεις τήν ἀνωτερότητά σου, ὅταν δέν ἀτιμάζεις τόν κατώτερό σου. Ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ βασιλιᾶς, πιό μεγάλος καί ἔνδοξος φαίνεται, ὅταν κάμει καί τόν ἀντιβασιλέα του νά φαίνεται μεγάλος καί ἔνδοξος. Καί ὅπως ὁ βασιλιάς φαίνεται πιό ἀξιοσέβαστος, ὅταν μέ τή συμπεριφορά του δείχνει καί τόν ἀντιβασιλέα ἀξιοσέβαστο, ἐνῶ ἀντίθετα ἄν μέ τή συμπεριφορά του δείχνει περιφρόνηση στό ἀξίωμα τοῦ ἀντιβασιλέως συγχρόνως χάνει καί ὁ ἴδιος ἀπό τήν ἀξία του, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί σύ ἄν περιφρονεῖς ἐκείνην, μέ τήν ὁποία κυβερνᾶς στό σπίτι, τοῦτο γίνεται αἰτία νά χάνεις καί σύ ὄχι λίγο ἀπό τήν ἀξιοπρέπεια σου. Ἀκιβῶς καί σύ, ἄν ἀτιμάσεις ἐκείνη πού κυβερνᾶ μετά ἀπό σένα μέσα στό σπίτι, θά χάσεις ὄχι λίγο ἀπό τήν τιμή καί τήν ὑπεροχή σου.

Ὅλα αὐτά νά τά ἔχεις κατά νοῦν καί νά συμπεριφέρεσαι λογικά καί μαζί μέ αὐτά νά μή ξεχνᾶς καί ἐκεῖνο τό ἀπόγευμα, πού σέ κάλεσε ὁ πατέρας της καί σοῦ παρέδωσε τήν κόρη του σάν παρακαταθήκη. Ὅταν τήν πῆρε μακρυά ἀπό ὅλους, καί ἀπό τήν μητέρα της καί ἀπό τόν ἴδιο καί ἀπό τήν οἰκογένειά  της καί καθ’ ὁλοκληρίαν τήν παρέδωσε στά χέρια σου. Σκέψου ὅτι μετά τόν Θεό μέ αὐτήν ἔχεις παιδιά, ἔγινες πατέρας καί ἀπό τήν ἄποψη αὐτή νά συμπεριφερθεῖς ὄμορφα ἀπέναντί της.

Δέν βλέπεις τούς γεωργούς τή γῆ πού ἄρχισαν νά καλλιεργοῦν πῶς τήν περιποιοῦνται μέ κάθε τρόπο, καί ἄς ἔχει μύριες ἀτέλειες, δηλαδή ἄν εἶναι ἄγονη, ἄν ἔχει ἀγριόχορτα, ἄν ἀπό τήν πολλή βροχή ἀλλάζει ἡ ἐπιφάνειά της; Αὐτό νά κάμεις καί σύ. Ἔτσι πρῶτος ἐσύ θά χαρεῖς καί τούς καρπούς καί τή γαλήνη σου. Λιμάνι εἶναι ἡ γυναίκα καί τό καλύτερο φάρμακο χαρᾶς!  Ἄν λοιπόν ἀπαλλάξεις τό λιμάνι ἀπό ἀνέμους καί κύματα, θἀ ἀπολαμβάνεις πολλή ἄνεση, σάν ἐπιστρέφεις ἀπό τήν ἀγορά. Ἄν ὅμως τό γεμίσεις μέ φωνές καί ἀναταραχή, τότε ἑτοιμάζεις ναυάγιο φοβερό στόν ἐαυτό σου. Γιά νά μή συμβεῖ, λοιπόν αὐτό, κάμε αὐτό πού σοῦ λέγω: ὅταν γίνει κάτι ἀτύχημα στό σπίτι ἐξαιτίας της, νά τήν παρηγορήσεις, νά μήν κάμεις πιό μεγάλη τή στενοχώρια της. Διότι καί ἄν ὅλα τά χάσεις δέν ὑπάρχει πιό λυπηρό πρᾶγμα ἀπό τό νά στερηθεῖς τή γυναίκα πού ζεῖς μαζί στό σπίτι χωρίς ἀγάπη καί στοργή. Ὁποιοδήποτε σφάλμα καί νά τύχει, πιό λυπηρό δέν ὑπάρχει ἀπό νά εἶσαι μέ τή γυναίκα σου μαλωμένος.

Ἑπομένως καί γιά ὅλα αὐτά ἄς εἶναι τό πιό ἀκριβό πρᾶγμα γιά σένα ἡ ἀγάπη τῆς γυναίκας. Ἐάν ὀφείλουμε «ἀλλήλων τά βάρη βαστάζειν», πολύ περισσότερο τῆς γυναίκας. Εἶναι φτωχιά; Μήν τήν ὑποτιμᾶς. Εἶναι ἄμυαλη; Μήν τήν προσβάλλεις, ἀλλά προσπάθησε νά τήν διορθώσεις. Κομμάτι δικό σου εἶναι, μία σάρκα ἔχετε γίνει. Μήπως εἶναι φλύαρη, μέθυσος, νευρικιά; Στήν περίπτωση αὐτή πόνο νά νιώθεις, δέν πρέπει νά ὀργίζεσαι, ἀλλά νά παρακαλεῖς τό Θεό, νά τῆς μιλᾶς καί νά τήν συμβουλεύεις, τά πάντα νά κάμεις νά κόψεις τό πάθος της. Μέ τό νά τήν χτυπάς ἐρεθίζεις τό πάθος, καί δέν θεραπεύεται. Ἡ θρασύτητα ἐξαλείφεται μέ τήν ἐπιείκεια, καί ὄχι μέ τήν θρασύτητα.

Μαζί μέ ὅλα αὐτά νά μή λησμονεῖς καί τό μισθό πού θά ἔχεις ἀπό τόν Θεό. Καί τοῦτο διότι ἄν καί εἶναι στό χέρι σου νά τήν συντρίψεις, ἀλλά δέν τό κάμεις γιά τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὑποφέρεις τόσο μεγάλα ἐλαττώματα, διότι φοβᾶσαι τόν σχετικό νόμο τοῦ Θεοῦ πού ἀπαγορεύει νά χωρίσεις τή γυναίκα, ὁποιοδήποτε πάθος καί νἄχει, θά πάρεις μισθό ἀπερίγραπτο. Ἀλλά καί πρίν ἀπό τό θεικό μισθό τά μέγιστα θά κερδίσεις, διότι καί ἐκείνην θά τήν κάμεις πιό ὑπάκουη καί ὁ ἴδιος ἐξαιτίας της θά γίνεις πιό ἐπιεικής. Μάλιστα λέγεται, ὅτι κάποιος ἀπό τούς ἀρχαίους φιλοσόφους[2] πού εἶχε γυναίκα κακιά, φλύαρη καί μέθυσο, σέ ὅσους τόν ρωτοῦσαν, μά πῶς καί κρατᾶς μία τέτοια γυναίκα, ὅτι ἀπάντησε πώς τήν κρατῶ σάν ἕνα εἶδος γυμναστήριου, παλαίστρας φιλοσοφίας στό σπίτι. «Θά εἶμαι, ἔλεγε, καί πρός τούς ἄλλους (ἔξω) πιό πρᾶος καθώς κάθε μέρα θά γυμνάζομαι μέ αὐτήν!»[3].

Ἐνθουσιαστήκατε πολύ, χειροκροτήσατε;[4] Ἐγώ ὅμως τώρα κλαίω πιό πολύ, σκεπτόμενος ὅτι οἱ εἰδωλολάτρες εἶναι πνευματικότεροι ἀπό μᾶς, ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς πού ἔχουμε ἐντολή νά μιμηθοῦμε ἀγγέλους, μᾶλλον πού ἔχουμε ἐντολή τόν ἴδιο τό Θεό νά μιμηθοῦμε στό θέμα τῆς ἐπιείκειας, τῆς ἀγάπης! Ὁ μέν, λοιπόν, φιλόσοφος (ὁ εἰδωλολάτρης) λέγεται ὅτι γι’αὐτό δέν χώρισε τή γυναίκα του, ἐνῶ μερικοί ὑποστηρίζουν ὅτι γι’αὐτό καί τήν παντρεύτηκε. Ἐγώ βέβαια, ἐπειδή πολλοί δέν καταλαβαίνουν, συμβουλεύω τό πᾶν νά κάμουν στήν ἀρχή νά παντρευτοῦν γυναίκα κατάλληλη, φρόνιμη, μέ ἀρετές. Ἄν ὅμως συμβεῖ καί ἀποτύχουν καί δέν βάλουν στό σπίτι τους νύμφη καλή καί ἐνάρετη, τότε ἄς μιμηθοῦν αὐτόν τόν φιλόσοφο καί πάνω ἀπό ὅλα νά φροντίζουν νά τήν διορθώνουν. Διότι καί ὁ ἔμπορος πρίν νά ἐξασφαλίσει σύντροφο συνεργάσιμο, δέν ταξιδεύει, οὔτε ἀχολεῖται μέ ἄλλα μικρότερα θέματα τοῦ ἐμπορίου. Ἔτσι καί ἐμεῖς (ἀφοῦ ἐξασφαλίσουμε σύντροφο καλόν) τότε ὅλα θά κυλοῦν ὄμορφα καί ἥσυχα θά ταξιδεύουμε στό πέλαγος τῆς ζωῆς. Αὐτό, (ἡ ἐκλογή καλῆς συζύγου) ἄς ἔχει προτεραιότητα καί ἀπό σπίτια, ἀπό δούλους, ὑπηρετικό προσωπικό, ἀπό χρήματα καί ἀπό ἀγρούς ἀκόμη καί ἀπό τά πολιτικά πράγματα. Αὐτό νά προτιμήσουμε ἀπό ὅλα τά ἄλλα, γυναίκα φρόνιμη καί ὑπάκουη. Διότι καί ὅλα τότε θά πᾶνε κατ’εὐχήν καί θά ἔχουμε ἄνεση καί στήν πνευματική μας ζωή, ζώντας μέ ὁμόνοια τή συζυγική ζωή, ὥστε ἀφοῦ κατορθώσουμε αὐτά τῆς παρούσης ζωῆς νά κερδίσουμε καί τά αἰώνια ἀγαθά, τά ὁποῖα εἴθε ὅλοι νά τά ἐπιτύχουμε χάριτι καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μεθ’Οὗ τῶ Πατρί, ἅμα τῶ ἁγίω Πνεύματι, δόξα , κράτος, τιμή νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν

Ἀπό τήν ὀμιλία ΚΣΤ΄ εἰς τήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή.

         Ἐλεύθερη ἀπόδοση

+ Ελευθερουπόλεως Χρυσόστομος

[1] Ἐννοεῖ ὁ ἱ. πατήρ τό Ματθ. 19,5.
[2] Πιθανόν νά ἐννοεῖται ἐδῶ ὁ φιλόσοφος Σωκράτης.
[3] Ἡ συμπεριφορά τοῦ Σωκράτη!  "Ὄταν κάποτε στήν ἀγορά του ἔβγαλε τό ροῦχο καί οἱ γνωστοί τόν συμβούλευαν νά τή χτυπήσει, εἶπε: «Μά τό Δία, γιά νά γροθοκοπιόμαστε ἐμεῖς καί σεῖς νά λέτε εὖγε Σωκράτη, εὖγε Ξανθίππη;» Μέ μία σκληρή γυναίκα ἔλεγε πώς πρέπει νά ζεῖ κάποιος ὅπως οἱ ἱππεῖς μέ τά ἀτίθασα ἄλογα. «Ὅπως ἐκεῖνοι» ἔλεγε, «ἄν τά δαμάσουν, δέν ἔχουν πρόβλη­μα μέ τά ὑπόλοιπα, ἔτσι καί γώ ζώντας μέ τήν Ξανθίππη θά μάθω νά συμπεριφέρομαι στούς ἄλλους ἀνθρώπους» Ξενοφῶντος Συμπόσιον 2,10-12.
[4] Ὁ ἔπαινος τότε τοῦ ἱεροκήρυκα ἀπό τούς ἀκροατές.