Βιβλιοπαρουσίαση «Η Τέχνη του Άμβωνος κατά τον ιερό Χρυσόστομο»
Πριν λίγες μέρες ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως κ. Χρυσόστομος είχε την καλοσύνη να μας χαρίσει το πρόσφατα εκδοθέν αξιόλογο βιβλίο του με τίτλο «Η Τέχνη του Άμβωνος κατά τον ιερό Χρυσόστομο». Είναι το τρίτο έργο του στη σειρά «Χρυσοστομικά Μελετήματα» των εκδόσεων της Ιεράς Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως.
Το αφιερώνει «ευλαβώς» στον αείμνηστο Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη, ο οποίος υπήρξε εμπνευσμένος ιεροκήρυκας και καλός δάσκαλος για πολλούς. Και εύχεται το βιβλίο του αυτό να αποτελέσει συμβολή στην Εκκλησιαστική Ομιλητική και να αποβεί ένα χρήσιμο βοήθημα για τους «Διακόνους του Άμβωνα» και ιδιαίτερα για τους κληρικούς, μια και όπως γράφει ο Ι. Χρυσόστομος «…ου φύσεως αλλά μαθήσεως το λέγειν». Ταυτόχρονα να είναι ένα επιστημονικό καλογραμμένο ανάγνωσμα για κάθε πιστό.
To εξώφυλλο, σχετικό με το περιεχόμενο, προδιαθέτει ανάλογα τον αναγνώστη του βιβλίου. Μαρμάρινος Άμβωνας και πάνω από αυτόν συμβολικά σε ωραίο ψηφιδωτό η μορφή του Ι. Χρυσοστόμου. Στις 213 σελίδες του ο πολυγραφότατος Μητροπολίτης παρουσιάζει τις απόψεις και αντιλήψεις, τις θέσεις και υποδείξεις του μεγάλου μας Ιεράρχη, του «Χρυσορρήμονος» Ι. Χρυσοστόμου, σχετικά με την αξία του κηρύγματος, την αναγκαιότητά του, τη μορφολογία του και φυσικά την ωφέλεια των ακροατών – πιστών.
Στο βιβλίο προτάσσεται Εισαγωγή, στην οποία ο Συγγραφέας πραγματεύεται τα σχετικά με τη Ρητορική τέχνη που υπήρχε τον 4ο αι. μ. Χ., «την εποχή των μεγάλων Πατέρων». Τότε κυριαρχούσε «η λεγόμενη Δεύτερη σοφιστική ή Ασιανή ρητορεία, της οποίας χαρακτηριστικά ήταν η τάση για περίτεχνο αττικισμό και η υπερβολική χρήση ρητορικών σχημάτων… Πιστεύεται ότι η εκκλησιαστική ρητορεία κατά την μορφήν αυτής εξαρτάται εκ της αρχαίας, αν και στην εκκλησιαστική ρητορική κυριαρχούν δύο κυρίως είδη, η ομιλία και ο λόγος» (σελ.16).
Στην Εισαγωγή, επίσης, αναφέρεται εκτενώς στο Λιβάνιο, το δάσκαλο του Ι. Χρυσοστόμου, που υπήρξε ο διασημότερος ρητοροδιδάσκαλος και σοφιστής των μετακλασικών χρόνων. Συμπαθούσε και εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Ι. Χρυσόστομο και τον προόριζε για διάδοχό του «ει μη εσυλήθη υπό χριστιανών». Λόγος γίνεται και για τον Αδραγάθιο το φιλόσοφο, του οποίου ο Ι. Χρυσόστομος υπήρξε ακροατής.
Στο Α΄ Κεφάλαιο ο Σεβασμιώτατος αναφέρει τα προτερήματα και τα προσόντα που πρέπει να έχει ο Ιεροκήρυκας στην ομιλία του σύμφωνα με τον Ι. Χρυσόστομο. Συγκεκριμένα: Πρέπει ο λόγος του να προκαλεί ενδιαφέρον χωρίς να επιδιώκει την επίδειξη. Να αποβλέπει στην πνευματική ωφέλεια των πιστών. Να ομιλεί ταπεινά ο Ιεροκήρυκας, να είναι ευγενικός όχι περιαυτολόγος, να είναι κάτοχος πολλών γνώσεων και να αναφέρει με ακρίβεια τα χωρία της Αγίας Γραφής. Να διαθέτει αγνό συναισθηματικό κόσμο, να είναι γνώστης των διαφόρων ψυχολογικών καταστάσεων του ανθρώπου. Να παίζει το ρόλο του ιατρού και το κήρυγμά του να είναι φάρμακο για την ψυχή του ανθρώπου. Το κήρυγμα απαιτεί πολύ κόπο και κυρίως το κήρυγμα το ερμηνευτικό και το αντιαιρετικό. Γι’ αυτό έχει τη γνώμη ο Ι. Χρυσόστομος ότι ο ιεροκήρυκας πρέπει να είναι οπλισμένος γερά, έχοντας ως βοηθό και την πείρα των επιτυχημένων ιεροκηρύκων.
Στο Β΄ Κεφάλαιο αναφέρεται στην άποψη του Ι. Χρυσοστόμου σχετικά με τους ακροατές που τους θέλει πρωτίστως καλούς, ενάρετους, να αγαπούν το κήρυγμα, την ακρόαση του θείου λόγου, να μη φωνασκούν στο Ναό, να συνεργάζονται με τον ιεροκήρυκα και να φέρνουν και άλλους για την ακρόαση.
Στο Γ΄ Κεφάλαιο ασχολείται με τις απόψεις του Ι. Χρυσοστόμου αναφορικά με τη μορφολογία και τη δομή του κηρύγματος: Πρέπει να είναι με ύφος απλό, ώστε να γίνεται εύκολα κατανοητό. Να είναι ζωηρό, θερμό, διδακτικό και μερικές φορές, όταν χρειάζεται, ελεγκτικό. Να προσέχει ο ιεροκήρυκας την έκταση του λόγου, για να μην κουράζει το ακροατήριο. Να έχει ο λόγος του Προοίμιο και Επίλογο. Να έχει σαφήνεια και παραστατικότητα, ρεαλισμό και κάποια καλολογικά σχήματα, όπως για παράδειγμα ασύνδετο, κλίμακα, αντίθεση, παρήχηση.
Με χαρακτηριστική δεξιοτεχνία ο Σεβασμιώτατος διανθίζει το κείμενό του με τις σχετικές παραπομπές των λόγων και ομιλιών του Ι. Χρυσοστόμου στις επιμέρους ενότητες του σχεδιαγράμματός του κάνοντας το κείμενο πειστικό και άκρως ενδιαφέρον. ΄Ετσι του δίνεται η ευκαιρία να ξεδιπλώσει αβίαστα και με φυσικότητα όλες τις παραινέσεις και συμβουλές του Ι. Χρυσοστόμου για την τέχνη του κηρύγματος που τόσο πολύ βοηθάει κάθε πιστό. Μολονότι οι υποδείξεις του Ι. Χρυσοστόμου είναι διάσπαρτες σε διάφορες ομιλίες και λόγους του, εντούτοις τις επισήμανε και τις μετέφερε στο κείμενό του και στην αντίστοιχη ενότητα για επίρρωση των γραφομένων. Ενέργεια δύσκολη και κουραστική, που δείχνει τη συνεπή εργασία του συντάκτη του βιβλίου.
Άλλωστε, είναι γνωστό ότι ο Σεβασμιώτατος είναι εμβριθής μελετητής των έργων του Ι. Χρυσοστόμου και μας έχει παρουσιάσει ενδιαφέρουσες επιστημονικές εργασίες του για την προσωπικότητα του Μεγάλου Ιεράρχη. Ασφαλώς ο Σεβασμιώτατος αφιέρωσε πολύ χρόνο για να συλλέξει το υλικό του, παράλληλα με τις Διοικητικές του αρμοδιότητες και τη συμμετοχή του στις λατρευτικές ακολουθίες της Μητρόπολης. Έψαξε τις πολλές ομιλίες και λόγους του Ι. Χρυσοστόμου, τις σχετικές με τα Ευαγγέλια, τις Πράξεις των Αποστόλων, τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου κ.ά. και βρήκε πολλά στοιχεία που αναφέρονται στο θέμα του, όπως π.χ. ποιος είναι ο σωστός Ιεροκήρυκας, πώς προετοιμάζεται σωστά ένα κήρυγμα, μια ομιλία, πώς απαγγέλλεται, ποιοι είναι οι στόχοι του σχετικά με τους ακροατές, για τους οποίους γράφει: «διδάξαι βούλομαι, ουχ απλώς επιδείξασθαι» (σελ. 34). Αποδελτίωσε και ομαδοποίησε τα στοιχεία και τα κατέταξε σε τρία Κεφάλαια σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα που είχε ως οδηγό. Αξίζει να σημειωθεί ότι τις παραπομπές αυτές ο Σεβασμιώτατος τις έχει συγκεντρωμένες σε Επίμετρο (σελ. 167, 170 εξ.) και με δόκιμη δική του νεοελληνική μετάφραση, γεγονός που διευκολύνει πολύ τον αναγνώστη και του δίνει την ευκαιρία να απολαύσει και να κατανοήσει καλύτερα την πρωτότυπη παραπομπή.
Μέσα στις 213 σελίδες του κατόρθωσε ο Σεβασμιώτατος να συμπεριλάβει το πλούσιο υλικό που βρήκε στα αθάνατα έργα του Ι. Χρυσοστόμου, «τα οποία ακτινοβολούν από ρητορική λάμψη και σαγηνεύουν με τη δύναμη των ιδεών του» (σελ. 11).
Η αριστοτεχνική διαστρωμάτωση του υλικού του, η αντικειμενικότητά του, η στρωτή και κατανοητή γλώσσα του, η μετάφραση στη νεοελληνική όλων των παραπομπών, το λιτό και γλαφυρό ύφος του είναι αρετές του βιβλίου και στοιχεία που το κάνουν ελκυστικό και ευχάριστο.
Διαβάζοντας ο αναγνώστης το βιβλίο του Σεβασμιωτάτου Ελευθερουπόλεως θαυμάζει τη ρητορική δεινότητα του Ι. Χρυσοστόμου, τη μόρφωσή του, παγιώνει την εντύπωση ότι ήταν δεινός ιεροκήρυκας, άριστος χειριστής του λόγου, «διδακτικός εν ταυτώ και ελλόγιμος» (Σωκ. Εκκλ. Ιστ. 6.1), πολυγραφότατος συγγραφέας, σωστός κοινωνικός εργάτης, χρυσός στο λόγο και την καρδιά.
Η εκλογή και διαπραγμάτευση του θέματος από τον Σεβασμιώτατο Ελευθερουπόλεως έρχεται να καλύψει ένα κενό στην εκκλησιαστική Ομιλητική και να βοηθήσει πρακτικά τους ομιλητές του ιερού Άμβωνα και όχι μόνο. Σήμερα η Εκκλησία μας έχει ανάγκη από καλούς «Διακόνους του Άμβωνα», που θα κηρύττουν λόγο Θεού και θα αποβλέπουν στη θωράκιση των πιστών έναντι των ποικίλων πνευματικών κινδύνων που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. Έτσι το νέο βιβλίο του Σεβασμιωτάτου είναι ένα εκλεκτό και πολύ χρήσιμο βοήθημα για σωστή προετοιμασία όλων όσοι ασχολούνται με το κήρυγμα και συνθέτουν σχετικές ομιλίες ή λόγους.
Ολόψυχα ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο και να γίνει κτήμα όλων των πιστών, στολίδι κάθε βιβλιοθήκης και πηγή πνευματικής τροφοδοσίας.
Εκφράζουμε τα θερμά μας συγχαρητήρια στο Σεβασμιώτατο Ελευθερουπόλεως για το πόνημά του αυτό. Τον ευχαριστούμε για την ευλογία του και ευχόμαστε ο Πανάγαθος Θεός να του χαρίζει υγεία και δύναμη, ώστε σύντομα να μας παρουσιάσει και νέο του πόνημα.
Νικόλαος Μιχαλόπουλος τ. Λυκειάρχης
Καβάλα 13 Φεβρουαρίου 2017