100 χρόνια Ιστορίας Ιερού Ναού Αποστόλου Θωμά και 100 ετών Προσφυγικού Ελληνισμού, 1924-2024, στο Παλαιοχώρι Παγγαίου
Με λαμπρότητα και με την πρέπουσα εκκλησιαστική τάξη εορτάστηκε την Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024 η επέτειος 100 ετών ιστορίας του Ιερού Ναού Αποστόλου Θωμά Παλαιοχωρίου. Το Σάββάτο 5 Οκτωβρίου τελέσθηκε ο Παναγυρικός Εσπερινός της εορτής χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Προύσης κ. Ιωακείμ και συγχοροστατούντων του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Τανάγρας κ. Αποστόλου μετά του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως κ. Χρυσοστόμου.
Μετά την ακολουθία του Εσπερινού έλαβε χώρα η επετειακή εκδήλωση των 100 ετών από την ίδρυση της ομώνυμης Ενορίας και του Προσφυγικού Ελληνισμού στην αίθουσα εκδηλώσεων του Παλαιοχωρίου με την συνδιοργάνωση της Ιεράς Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως, του Δήμου Παγγαίου, του τοπικού Συμβουλίου της Κοινότητας και του Πολιτιστικού Συλλόγου. Η ομιλία για το ιστορικό γεγονός έγινε από τον κ. Αιμίλιο Μαυρουδή, Άρχοντα Νοτάριο Μ.Τ.Χ και Καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Α.Π.Θ. Εν συνεχεία ακολούθησαν παραδοσιακοί χοροί της Μικράς Ασίας από το χορευτικό τμήμα του Πολιτιστικού Συλλόγου Παλαιοχωρίου καθώς και παραδοσιακά τραγούδια της προσφυγιάς, από την Χορωδία Πολιτιστικού Συλλόγου Ελευθερούπολης, υπό την διεύθυνση του κ. Χρυσοβαλάντη Ιωαννίδη.
Το πρωί της Κυριακής 6 Οκτωβρίου τελέσθηκε η ακολουθία του Όρθρου χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Προύσης κ. Ιωακείμ και εν συνεχεία Αρχιερατικό συλλείτουργο με τους ως άνω Αρχιερείς. Πριν το τέλος της Θείας Λειτουργίας τελέσθηκε κτιτορικό μνημόσυνο υπέρ ανάπαυσεως πάντων των ιερατευσάντων και διακονησάντων, των κτητόρων, αφιερωτών, ανακαινιστών και δωρητών του Ιερού Ναού και όλων “των μαρτυρικώ θανάτω τελειωθέντων” κατά την Μικρασιατική Καταστροφή. Εν συνεχεία ο Επίσκοπος μας εχειροθέτησε σε Αναγνώστη τον ευσεβή ιερόπαιδα Θεολόγο Μαστορή, εγγονό του συνταξιούχου κληρικού της Μητροπόλεως πατρός Θεολόγου, τον οποίο συνεχάρη για τον ζήλο του και την πνευματική του προκοπή.
Τέλος ο Σεβασμιώτατος αφού ευχαρίστησε τους προσκεκλημένους Αρχιερείς, τον Μητροπολίτη Προύσης κ. Ιωακείμ και τον επίσκοπο Τανάγρας κ. Απόστολο για την συμμετοχή τους στις λατρευτικές συνάξεις της επετειακής μνήμης, συνεχάρη τον Εφημέριο Πρωτοπρεσβύτερο Θεοχάρη Καλπάκογλου, το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο και τους συνεργάτες της Ενορίας για την επιτυχημένη διοργάνωση των λατρευτικών εορταστικών εκδηλώσεων αυτής της Πανηγύρεως.
Τον Θείο Λόγο κατά τις ακολουθίες εκήρυξε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Προύσης αναφερόμενος στον εορτάζοντα Απόστολο Θωμά και στην μνήμη των προσφύγων κατά την Μικρασιατική καταστροφή. Ξεχωριστή λαμπρότητα στις τελετές έδωσε η συμμετοχή του ιερού Κλήρου, των τοπικών Αρχών του τόπου, των Σωμάτων Ασφαλείας, αλλά και των καλλίφωνων ιεροψαλτών κ. Κυπριανού Μπουχορίκου και κ. Γεωργίου Κόκορα.
Σύντομη Ιστορία Ιερού Ναού Αποστόλου Θωμά Παλαιοχωρίου:
Με τον ερχομό των προσφύγων στο Παλαιοχώρι Παγγαίου, το έτος 1924, το παλιό τζαμί που βρισκόταν στην τοποθεσία του σημερινού Ιερού Ναού Αποστόλου Θωμά, μετατράπηκε σε Ναό από τον εκ Πριμικιρίου της Ι. Μ. Νικομηδείας της Μικράς Ασίας, Πρεσβύτερο π. Γεώργιο Βαλσαμάκη, τον Ιδρυτή και πρώτο εφημέριο του, που διακόνησε θεαρέστως την Ενορία επί 23 έτη, μέχρι την κοίμησή του, στις 27/10/1947. Ο σημερινός Ναός θεμελιώθηκε το 1969 υπό του Μητροπολίτου Ελευθερουπόλεως κυρού Αμβροσίου, εγκαινιάσθηκε το 1985 υπό του διαδόχου του, Μητροπολίτου κυρού Ευδοκίμου, ο οποίος το 1994 τον καθιέρωσε ως κεντρικό Ναό της ενορίας Παλαιοχωρίου. Ο Ναός διαθέτει πανέμορφο ξυλόγλυπτο τέμπλο με θαυμάσιες εικόνες, ιερά σκεύη και άμφια, πολλά από τα οποία μετέφεραν οι πρόσφυγες κατά την Μικρασιατική Καταστροφή από τις αλησμόνητες πατρίδες. Επίσης φυλάσσονται λειψανοθήκες που περιέχουν τεμάχια λειψάνων των Αγίων: Αποστόλου Θωμά, Παντελεήμονος του Ιαματικού, Μοδέστου Πατριάρχου Ιεροσολύμων, Μάμαντος, Εφραίμ του νέου και Νικηφόρου του λεπρού. Στον προαύλιο χώρο του βρίσκονται τα εξής Παρεκκλήσια: του Αγίου Εφραίμ του νέου, του Αγίου Μάμαντος καθώς και ωραίες τοιχογραφίες Αγίων και Ηρώων της Πίστεως και της Πατρίδος. Ο Ιερός Ναός πανηγυρίζει την Κυριακή του Θωμά όπως και κατά την ημέρα της μνήμης του μαρτυρίου του Αποστόλου, στις 6 Οκτωβρίου.
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΟ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ
ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΘΩΜΑ
Αἰμίλιος Δημ. Μαυρουδῆς
Ἄρχων Νοτάριος τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Α.Π.Θ.
Σεβασμιώτατε μητροπολῖτα Ἐλευθερουπόλεως, ποιμενάρχα τῆς θεοσώστου καὶ παλαιφάτου ταύτης Μητροπόλεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, κύριε Χρυσόστομε,
Θεοφιλέστατε ἐπίσκοπε Τανάγρας, κύριε Ἀπόστολε,
Πανοσιολογιώτε πρωτοσύγκελλε τῆς Μητροπόλεως Ἐλευθερουπόλεως κύριε Χρυσόστομε,
Αἰδεσιμολογιώτατε π. Ἀθανάσιε, γενικὲ ἀρχιερατικὲ ἐπίτροπε τῆς Μητροπόλεως Ἐλευθερουπόλεως,
Αἰδεσιμολογιώτατε ἐφημέριε τῆς ἐνορίας Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ καὶ Ἁγίου Γεωργίου πρωτοπρεσβύτερε π. Θεοχάρη,
Κυρία βουλευτή, Κύριε δήμαρχε, ἐκλεκτοὶ προσκεκλημμένοι,
ἀγαπητοί μου συγχωριανοὶ καὶ συγχωριανές,
Σήμερα, στὸ πλαίσιο τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν ἑκατὸ χρόνων ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ, ὑποδεχόμαστε στὸ ἱστορικὸ χωριό μας ἕναν διαπρεπῆ ἱεράρχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τὸν μητροπολίτη Προύσης κύριο Ἰωακείμ.
Σεβασμιώτατε Ἅγιε Προύσης, ἡ παρουσία σας σήμερα ἐδῶ, στὸ χωριό μας, μεταξύ μας, ἀποτελεῖ μεγάλη χαρὰ καὶ τιμὴ γιὰ ἀρκετοὺς λόγους.
Κατ᾽ ἀρχὴν πρέπει νὰ σᾶς πληροφορήσω ὅτι βρίσκεσθε σὲ ἕνα χωριὸ μὲ σημαντικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ὄχι μόνον ἐπειδὴ σὲ αὐτὸ ἐντοπίζονται ἴχνη χριστιανικῆς ζωῆς ἀπὸ πολὺ ἐνωρίς, ὅπως μαρτυροῦν τὰ ἐρείπια δύο παλαιοχριστιανικῶν ναῶν, τοῦ πρώτου στὴν περιοχὴ «Παλαιόκαστρο» (ἡ ἀνασκαφὴ τοῦ ὁποίου δυστυχῶς, μετὰ τὴν πρώτη ἀνίχνευσή του, ἐγκαταλείφθηκε), καὶ τοῦ δεύτερου ἴσως πλησίον τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Διασωρίτου, στὴν περιοχὴ Παλιόχωρα, τὸ Καθολικὸ τῆς ὁποίας πρέπει νὰ χρονολογηθεῖ μᾶλλον στὸ μέσον τοῦ 11ου αἰῶνος. Ἡ Μονὴ τιμήθηκε μὲ σταυροπηγιακὴ ἀξία ἀπὸ πολὺ ἐνωρίς, ἀφοῦ σὲ γράμμα τοῦ ἔτους 1473/1474 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Συμεὼν Α´ τοῦ Τραπεζουντίου καταγράφεται ὡς Σταυροπήγιο, ἐνῶ σὲ γράμμα τοῦ ἔτους 1544 τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Ἱερεμία Α´ ἐπιβεβαιώνεται ἡ πατριαρχικὴ περιωπὴ τοῦ Βρανοκάστρου, δηλαδὴ τοῦ Παλαιοχωρίου, τὸ ὁποῖο μαζὶ μὲ τὴν Κοραμίτσα, δηλαδὴ τὴν Κορμίστα, εἶχαν προσηλώσει στὴν Πατριαρχικὴ καὶ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ Εἰκοσιφοινίσης Πατριάρχες προγενέστεροι τοῦ Ἱερεμία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ Παλαιοχώρι ἦταν πατριαρχικὸ χωρίο ἀπὸ ἀρκετὰ παλαιότερους χρόνους.
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία τοῦ Παλαιοχωρίου ὡς χωρίου ἔχοντος πατριαρχκὴν περιωπὴν, ὅπως σημειώνεται στὸ γράμμα τοῦ Ἱερεμία τοῦ Α´, καὶ ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ τρία σημαντικότερα χωριὰ τῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας Νικησιάνης, Παλαιοχωρίου καὶ Κοραμίτσας, συνεχίσθηκε ἕως τὸ 1864, ὁπότε βάσει τῶν Γενικῶν Κανονισμῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἡ Ἐξαρχία καταργήθηκε καὶ ἑνώθηκε μὲ τὴν τότε Ἐπισκοπὴ Ἐλευθερουπόλεως.
Πρέπει ὅμως νὰ τονισθεῖ ὅτι καὶ ἡ προμνημονευθεῖσα Σταυροπηγιακὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Διασωρίτη, πιθανὸν κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 14ου αἰῶνα, ἀπώλεσε τὴν αὐτοτέλειά της καὶ παραχωρήθηκε στὴ Μονὴ Εἰκοσιφοινίσσης, ὅπως προκύπτει ἀπὸ σχετικὰ Πατριαρχικὰ γράμματα, ἐνῶ ἡ παντελὴς ἐρήμωσή της εἰκάζεται ὅτι συνέβη «οὐ πολὺ δὲ μετὰ τὸ 1763» (Δαμασκηνὸς Μοσχόπουλος, Ἀ. Παπαδόπουλος Κεραμεύς). Τὸ ἔτος 1835 οἰκοδομήθηκε ὁ Ἱερὸς Ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, μὲ δαπάνες τῆς Μονῆς Εἰκοσιφοινίσσης, καὶ ἡ μνεία του ἐδῶ εἶναι σημαντικὴ πρῶτον ἐπειδὴ γιὰ τὴν οἰκοδόμησή του χρησιμοποιήθηκαν ὑλικὰ ἀπὸ τὴν κατεστραμμένη Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, καὶ δεύτερον ἐπειδὴ ὁ Ναὸς αὐτὸς συνέχισε τὴν σταυροπηγιακὴ ἀξία τῆς Μονῆς, ὕστερα ἀπὸ αἴτηση τῆς Μονῆς Εἰκοσιφοινίσσης πρὸς τὸν Πατριάρχη Γρηγόριο ΣΤ´, αἴτημα τὸ ὁποῖο ἔγινε ἀποδεκτό. Τὴ σχετικὴ κτητορικὴ ἐπιγραφή, στὴν ὁποία μνημονεύεται ὁ Ναὸς ὡς σταυροπήγιο, καθὼς καὶ ὁ τότε ἡγούμενος τῆς Εἰκοσιφοινίσσης, ἐξέδωσε ὁ π. Θεοχάρης στὰ Πάγγαια Νέα τὸ 2003.
Αὐτὰ μὲ συντομία γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία τοῦ χωριοῦ μας.
Τὸ Παλαιοχώρι, ὅπως ὅλοι γνωρίζετε, ἀνῆκε στὰ χωριὰ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα εἶχαν μικτὸ πληθυσμό, δηλαδὴ τοὺς γηγενεῖς Ἕλληνες καὶ τοὺς ἐπήλυδες Τούρκους. Στὸ τμῆμα τοῦ χωριοῦ πρὸς δυσμὰς κατοικοῦσαν οἱ Ἕλληνες, καὶ στὸ ἀνατολικὸ οἱ Τοῦρκοι· διαχωριστικὸ ὅριο ἀποτελοῦσε ὁ χείμαρρος ποὺ διέσχιζε τὸ χωριό, χωρίζοντας τὰ δύο μέρη του, καὶ ποὺ σήμερα κατὰ τὸ κεντρικὸ τμῆμα του ἔχει καλυφθεῖ.
Μὲ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν τὸ 1924, μετὰ τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφή, ὅταν ἔφυγαν οἱ Τοῦρκοι, ἐγκαταστάθηκαν ἐδῶ πρόσφυγες ἀπὸ τὶς χαμένες προαιώνιες πατρίδες τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Οἱ νέοι κάτοικοι προέρχονταν ἀπὸ διάφορες περιοχὲς τῆςΜικρᾶς Ἀσίας, ὅπως ἀπὸ τὴν κωμόπολη Μιχαλίτσι (οἱ κάτοικοί του ἀποκαλοῦνταν Μιχαλιτζλίδες), ἕδρα καζᾶ τοῦ σαντζακίου τῆς Προύσης, τὸ ὁποῖο ταυτίζεται περίπου μὲ τὴ βυζαντινὴ Μελιτούπολη (ἡ Μελιτούπολη μαζὶ μὲ τὴν κώμη Λοπάδιον εἶχαν συγκροτήσει τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Λοπαδίου καὶ Μελιτουπόλεως), καὶ ἀνῆκε στὴ Μητρόπολη Νικομηδείας (καὶ γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα, μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῶν ὁρίων, στὴ Μητρόπολη Νικαίας), ὁμοίως καὶ ἡ Κερμαστή (ἴσως μερικοὶ θυμᾶστε τὸν μπαρμα-Γιάννη τὸν ζαχαροπλάστη, τὸν ἐπιλεγόμενο «σέκετζη», καὶ τὴν πινακίδα του καταστήματός του «Ἡ ὡραία Κερμαστή»), τὸ χωριὸ Γιαλὶ Τσιφλίκι (τῆς ὑποδιοικήσεως Μουδανιῶν), τὸ χωριὸ Κίντια (οἱ κάτοικοί του Κιντιανοί) (τῆς ὑποδιοικήσεως Μιχαλιτσίου), τὴν πόλη Σώκια τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ἀϊδινίου (οἱ κάτοικοί της Σωκιαλῆδες). Φυσικὰ στὸ Παλαιοχώρι κατέφυγαν Ἔλληνες διωκόμενοι καὶ ἀπὸ ἄλλες περιοχές, ὅπως ἀπὸ τὸν Πόντο καὶ τὴν Καππαδοκία.
Τελευταίους ἄφησα νὰ μνημονεύσω τοὺς πρόσφυγες οἱ ὁποῖοι προέρχονταν ἀπὸ ἕνα σημαντικὸ χωριὸ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ Πριμικήρι, τὸ ὁποῖο πολιτικὰ ἀνῆκε στὴν ὑποδιοίκηση Μιχαλιτσίου, καὶ ἐκκλησιαστικὰ στὴ Μητρόπολη Νικομηδείας, ἂν καὶ οἱ κάτοικοί του, ὅπως ἄκουγα ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο παπποῦ μου ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας μου, ἦταν περισσότερο συνδεδεμένοι μὲ τὴν Προῦσα (πάντως ὁ καθηγητὴς Βασίλειος Σταυρίδης, μὲ βάση τοὺς σχετικοὺς καταλόγους τοῦ Πατριαρχείου, τὸ καταγράφει στὴ δικαιοδοσία τοῦ μητροπολίτη Νικομηδείας, στὴν Ἐπισκοπὴ Ἀπολλωνιάδος). Πιθανότατα οἱ συνεχεῖς ἀναφορὲς στὴν Προῦσα τῶν προσφύγων προγόνων μας, ὀφείλονταν στὸ ὅτι τὸ Πριμικήρι ἀνῆκε στὸ βιλαέτι τῆς Προύσας. Ὁπότε κατανοεῖτε ὅλοι πόσο σημαντικὴ καὶ τιμητικὴ εἶναι σήμερα ἐδῶ ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Προύσης.
Τὸ Πριμικήρι ἦταν ἕνα χωριό μικτό, εὑρισκόμενο βορειοανατολικὰ τοῦ Μιχαλιτσίου, στὴν περιοχὴ τῆς Βιθυνίας. Τὸ χωριὸ ἀνῆκε στὴν ὁμάδα τῶν Πιστικοχωρίων, οἱ κάτοικοι τῶν ὁποίων κατάγονταν ἀπὸ τὴ Μάνη (μεταφέρθηκαν στὴ Μικρὰ Ἀσία κατὰ τὸν 15ο ἕως καὶ τὸν 16ο αἰῶνα). Ὁ πληθυσμὸς τοῦ χωριοῦ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ἑλληνορθόδοξους καὶ ἀπὸ μουσουλμάνους (οἱ κάτοικοί του ἦταν περίπου μισοὶ-μισοί). Κατὰ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν οἱ κάτοικοι τοῦ Πριμικηρίου διαχωρίστηκαν καὶ ἐγκαταστάθηκαν σὲ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδας.
Οἱ πρόσφυγες, ὅσοι τελικὰ κατέφυγαν στὸ Παλαιοχώρι, κατοίκησαν στὰ σπίτια ποὺ εἶχαν ἐγκαταλείψει οἱ Τοῦρκοι, στὸ τμῆμα τοῦ χωριοῦ ποὺ ὀνομάσθηκε «Προσφυγικά». Περιττό νὰ σημειώσω ὅτι ὄχι μόνον κατὰ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ἐγκαταστάσεως τῶν προσφύγων, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἀρκετὲς ἀπὸ τὶς ἑπόμενες δεκαετίες, οἱ σχέσεις τῶν δύο ὁμάδων τῶν κατοίκων, τῶν ἐντοπίων καὶ τῶν προσφύγων, ἦταν τεταμένες, ἀπὸ περιφρονητικὲς ἕως ἐχθρικές (ἐκ μέρους τῶν ἐντοπίων βέβαια). Ἔτσι περιορισμένες ἦταν καὶ οἱ κοινωνικὲς σχέσεις τους.
Οἱ Τοῦρκοι γιὰ τὶς θρησκευτικὲς ἀνάγκες τους εἶχαν οἰκοδομήσει ἕνα τζαμί, στὴ θέση ποὺ σήμερα βρίσκεται ὁ περικαλλὴς ναὸς τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ. Τότε ἡ διαμόρφωση τοῦ χώρου αὐτοῦ ἦταν τελείως διαφορετική. Δυστυχῶς δὲν ἔχω ἐντοπίσει σχετικὲς φωτογραφίες γιὰ νὰ σᾶς δείξω, θὰ σᾶς τὸν περιγράψω ὅμως ὅσο πιο ἀκριβέστερα ἀλλὰ καὶ πιὸ συνοπτικὰ μπορῶ, ἀφοῦ οἱ διάφορες χωροταξικὲς ἐπεμβάσεις ἔγιναν σὲ σχετικὰ πρόσφατη ἐποχή, ὅταν ἐφημέριος τοῦ χωριοῦ ἦταν ὁ νῦν μακαριστὸς π. Βασίλειος Καραγκιαούρης (μετέπειτα ἱερέας στὴ Νέα Ἡρακλείτσα). Ὅπως σᾶς προεῖπα, τὸ τζαμὶ ἦταν σὲ ἕνα ὑπερυψωμένο τμῆμα τοῦ ἐδάφους. Ἡ εἴσοδος στὴν αὐλὴ τοῦ τεμένους γινόταν ἀπὸ ἀνατολικά, ἀπὸ μία πλατιὰ σκάλα μὲ δέκα, ἴσως καὶ περισσότερα, σκαλοπάτια, ἡ ὁποία κατέληγε σὲ ἕναν ἀρκετὰ εὐρύχωρο αὔλειο χῶρο, περιτριγυρισμένο μὲ πετρόκτιστο πεζοῦλι. Τὸ τέμενος ὅμως ἦταν σὲ ὑψηλότερο ἐπίπεδο, καὶ ἔτσι γιὰ νὰ εἰσέλθει κάποιος, ἔπρεπε νὰ ἀνέβει μιὰ δεύτερη σκάλα (ἀποτελούμενη ἴσως ἀπὸ ἑπτὰ μὲ ὀκτώ σκαλοπάτια). Στὸ νοτιοδυτικὸ τμῆμα του ὑπῆρχε ἕνας ἀρκετὰ μεγάλος χῶρος σὲ δύο ἐπίπεδα (μὲ ὑψομετρικὴ διαφορὰ ἴσως ἑνὸς μέτρου), ὅπου βρίσκονταν τὸ τουρκικὸ νεκροταφεῖο, τὰ λεγόμενα «μιζάρια», τὸ ὁποῖο ἀνασκάφτηκε, ὅταν ἔγινε ἡ ἰσοπέδωση τοῦ χώρου.
Οἱ πρόσφυγες λοιπόν, ἴσως καὶ λόγῳ τῶν τεταμένων σχέσεών τους μὲ τοὺς ἐντόπιους κατοίκους τοῦ χωριοῦ, ἔκριναν σκόπιμο νὰ ἀποκτήσουν τὴ δική τους ἐκκλησία καὶ ἐνορία, ἀφοῦ μάλιστα, κατὰ τύχη ἀγαθή, μεταξὺ τῶν συμπατριωτῶν τους ποὺ κατέφυγαν στὸ Παλαιοχώρι εἶχαν καὶ ἕναν ἄξιο ἱερέα ἀπὸ τὸ Πριμικήρι, τὸν πατέρα Γεώργιο Βαλσαμάκη. Ἔτσι, μὲ τὸ πνεῦμα σύμπνοιας, φιλεργίας καὶ συνεργασίας ποὺ τοὺς διέκρινε, συσπειρώθηκαν γύρω ἀπὸ τὸν ἱερέα τους, καί, ἀφοῦ ἔκαναν τὶς ἀπαραίτητες οἰκοδομικὲς ρυθμίσεις στὸ τουρκικὸ οἴκημα, τὸ διαμόρφωσαν σὲ ὀρθόδοξο ναό, τιμώμενο ἀπ᾽ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ. Ὁ χῶρος ὅπου, ἦταν οἱ τουρκικοὶ τάφοι καλύφθηκε μὲ χῶμα, ὥστε νὰ μὴν εἶναι ἐμφανεῖς, καὶ στὸ μεγαλύτερο μέρος του φυτεύθηκαν ἰτιές.
Στὸ σημεῖο αὐτό, κάνοντας μία σύντομη παρέκβαση, πρέπει νὰ σᾶς πῶ ὅτι στὸ Πριμικήρι (σήμερα Harmanli) διατηροῦνται, ἴσως ὄχι σὲ καλὴ κατάσταση, ἀρκετὰ μνημεῖα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς τῶν Ἑλλήνων κατοίκων του, τὰ ὁποῖα, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἀρχιεπισκόπου μας, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου, καταγράφει ὁ σεβασμιώτατος μητροπολίτης Σηλυβρίας κ. Μάξιμος.
Γιὰ τὸν ἱδρυτὴ καὶ ψυχὴ τῆς κατὰ τὸ 1924, δηλαδὴ πρὸ ἑκατὸ ἐτῶν, νεοσυσταθείσης ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Θωμᾶ δὲν χρειάζεται νὰ σᾶς πῶ πολλὰ λόγια, γιατὶ γι᾽ αὐτὸν ἔχει γράψει λεπτομερῶς ὁ π. Θεοχάρης σὲ τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ Ἄμβων Παγγαίου, ἐκδιδόμενο μερίμνῃ καὶ φροντίδι τοῦ σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας.
Θὰ ἀναφέρω μόνον μερικὰ σύντομα βιογραφικά του, ἀπαραίτητα νὰ ἀκουστοῦν στὴν παροῦσα ἐκδήλωση. Ὁ π. Γεώργιος γεννήθηκε στὸ Πριμικήρι τὸ 1880, ἀπὸ ἱερατικὴ οἰκογένεια, ἀφοῦ τόσο ὁ πατέρας του Ἰωάννης, ὅσο καὶ ὁ ὁμώνυμος παπποῦς του ἦταν ἱερεῖς. Ἱερέας χειροτονήθηκε στὸν Ναὸ τῶν Ἁγίων Θεοδώρων Πριμικηρίου ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Νικομηδείας Ἀλέξανδρο Ρηγόπουλο τὸν ἀπὸ Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος ἀρχιεράτευσε στὴ Νικομήδεια ἀπὸ τὶς 27 Νοεμβρίου 1910 ἕως τὶς 27 Ἰουνίου 1928, ποὺ καὶ αὐτὸς κατὰ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἕδρα του· ἀπεβίωσε στὴ Θεσσαλονίκη, διατηρώντας τὸν τίτλο τοῦ Νικομηδείας. Ὁ π. Γεώργιος καὶ ἡ οίκογένειά του, ὕστερα ἀπὸ διάφορες περιπέτειες καὶ μετεγκαταστάσεις (στὸ Βελεστῖνο τοῦ Βόλου καὶ στὸν Ζυγὸ τῆς Καβάλας), τελικὰ κατέληξαν στὸ Παλαιοχώρι, ὅπου ὡς γνήσιος λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου καὶ ἔχοντας συνείδηση τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς του ἀνέπτυξε σημαντικὴ ποιμαντικὴ καὶ κηρυγματικὴ δράση. Ὅπως ἤδη προανέφερα, αὐτὸς ἦταν ἡ ψυχὴ καὶ ὁ πρωτεργάτης τῆς μετατροπῆς τοῦ τουρκικοῦ τεμένους τοῦ χωριοῦ μας στὸν χριστιανικὸ ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ, ὀργανώνοντας τὴν ἐνορία καὶ συγκεντρώνοντας γύρω του τοὺς ξεριζωμένους καὶ ταλαιπωρημένους χριστιανοὺς ὄχι μόνον τοῦ Πριμικηρίου ἀλλὰ καὶ τῶν λοιπῶν χωριῶν καὶ περιοχῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τοῦ Πόντου. Κατὰ κοινὴ ὁμολογία, ὑπῆρξε ποιμένας χαρισματικός, ἀπολαμβάνοντας ἐπάξια τὴν τιμὴ καὶ τὸν σεβασμὸ ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἐνοριτῶν του. Πολλὰ καὶ πολὺ καλὰ λόγια γιὰ τὸν π. Γεώργιο εἶχα ἀκούσει ἐπανειλημμένως καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν παπποῦ μου, ἐπίσης Γεώργιο ὀνομαζόμενο, ὁ ὁποῖος τὸν γνώριζε ἀπὸ τὸ χωριό τους, ἀπὸ τὴν πατρίδα, ὅπως ἔλεγε ὁ παπποῦς μου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἄλλους πρόσφυγες γέροντες.
Ὁ π. Γεώργιος ἔζησε μιὰ περιπετειώδη, πλήρη ταλαιπωριῶν ἀλλὰ καὶ καρποφόρα ζωή, καὶ προσέφερε πολύτιμες ὑπηρεσίες στὴν ἐνορία του ἀλλὰ καὶ στὸ Ἔθνος, ἀντιτασσόμενος στὶς βουλγαρικὲς βλέψεις γιὰ τὸν προσεταιρισμὸ τῶν κατοίκων τοῦ χωριοῦ ἀπὸ τοὺς βορείους γείτονές μας καὶ τὸν ἐκβουλγαρισμό τους, ἤτοι στὴν προσχώρηση στὴν ἀνθελληνικὴ καὶ ἀντιπατριαρχικὴ Βουλγαρικὴ Ἐξαρχία. Ὡς γνωστὸν ἡ δράση αὐτὴ τῶν Βουλγάρων, ἀφοροῦσε ὁλόκληρη τὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θράκη, ἐξυπηρετώντας τὸν μεγαλοϊδεατισμό τους, ἀλλὰ βρῆκε ἰσχυρότατη ἀντίδραση ἀπὸ τὸν Ὀρθόδοξο κλῆρο, ἀπὸ ἁπλοὺς ἱερεῖς, ὅπως ὁ π. Γεώργιος, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐμπνευσμένους ἱεράρχες, ὅπως ὁ Χρυσόστομος Καλαφάτης ὡς Φίλίππων, Δράμας καὶ Ζιχνῶν.
Ἔτσι λοιπὸν ὁ π. Γεώργιος, ἔζησε μία κατὰ Χριστὸν μεστὴ ζωή, ὑπηρετώντας ἀταλάντευτα τὴν Ἐκκλησία ἐπὶ 34 ἔτη, καὶ ἐκοιμήθη στὶς 27 Ὀκτωβρίου 1947, ἀφοῦ προηγουμένως ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων μυστηρίων. Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία του τελέστηκε στὸν Ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ ἀπὸ τὸν Ἐλευθερουπόλεως Σωφρόνιο, ἐνῶ τὰ ὀστᾶ του ἀναπαύονται σὲ τάφο μπροστὰ ἀπὸ τὸ Ἱερὸ Βῆμα τοῦ Ναοῦ τοῦ Προφήτη Ἠλία.
Ἡ ἐνορία ὅμως τὴν ὁποία μὲ ζῆλο καὶ κόπους ἐφύτευσε καὶ ἐστερέωσε, συνέχισε νὰ ὑφίσταται καὶ νὰ ἀκμάζει. Κάποια στιγμὴ τὸ τροποποιημένο οἰκοδόμημα τοῦ παλαιοῦ τουρκικοῦ τεμένους ἄρχισε νὰ παρουσιάζει προβλήματα στατικότητας, καὶ νὰ γίνεται ἐπικίνδυνο καὶ ἀκατάλληλο γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Τότε ἀποφασίστηκε ἡ κρήμνισή του, ἡ διαφορετικὴ διαμόρφωση τοῦ χώρου ὅπου βρισκόταν, καὶ ἡ οἰκοδόμηση τοῦ νέου περικαλλοῦς ναοῦ, τιμωμένου πάλι ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ, ὁ ὁποῖος ἐγκαινιάστηκε ἀπὸ τὸν μακαριστὸ μητροπολίτη Ἐλευθερουπόλεως Εὐδόκιμο. Σήμερα οἱ δύο πρώην ἐνορίες Ἁγίου Γεωργίου καὶ Ἀποστόλου Θωμᾶ, συνενωμένες λειτουργοῦν ὡς «Ἐνορία Ἀποστόλου Θωμᾶ καὶ Ἁγίου Γεωργίου», ὑπὸ τὴν ἱερατικὴ ἐποπτεία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Θεοχάρη, καὶ ἡ δυναμικὴ αὐτὴ ἐνορία συνεχίζει τὴν ἀνοδικὴ πνευματικὴ πορεία της μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Χρυσοστόμου.